 |
Το σπήλαιο της
Αντιπάρου |
 |
(Τα κείμενα που ακολουθούν
είναι παρμένα από το βιβλίο του αείμνηστου δασκάλου Καλουδά Βασιλείου που
εκδόθηκε το 1960)
Είναι πραγματικά καταπληκτικό το θέαμα που
αντικρίζει κανείς μόλις περάσει την είσοδο του Σπηλαίου της
Αντιπάρου.
Γι' αυτό χιλιάδες επισκέπτες έρχονται κάθε χρόνο, δικοί μας και
ξένοι, να κατεβούν στα σπλάχνα της γης και να θαυμάσουν τους ωραίους
σταλακτίτες και σταλαγμίτες που δημιούργησαν οι σταγόνες του νερού,
στο πέρασμα των χιλιετηρίδων.
Πραγματικά παράξενα, καταπληκτικά θα έλεγα σχήματα.
Εδώ παρουσιάζονται πολυέλεοι με αναρίθμητα κεριά, εκεί κανδήλες
κρεμαστές, πιο πέρα δαντελωτές κουρτίνες, άλλου σκαλισμένες μορφές
που σε κοιτάζουν παραξενεμένες, επειδή τους χάλασες την ησυχία τους
και χίλια δυο άλλα σχήματα, που η φαντασία του επισκέπτη τα
συμπληρώνει και τους δίνει όποια μορφή θέλει. Και όλα αυτά με τις
σταγόνες του νερού, που πέφτουν ακατάπαυστα απ' την πέτρινη στέγη
του.
Το σπήλαιο ήταν γνωστό απ' την αρχαιότητα γιατί πίσω από ένα
τεράστιο σταλαγμίτη σε σχήμα κολόνας που βρίσκεται μπροστά από την
είσοδο του Σπηλαίου, υπήρχε η εξής επιγραφή:
«ΕΠΙ (άρχοντος) ΚΡΙΤΩΝΟΣ ΟΙΔΕ ΗΛΘΟΝ ΜΕΝΑΝΔΡΟΣ ΣΟΧΑΡΜΟΣ
ΜΕΝΕΚΡΑΤΗΣ ΑΝΤΙΠΑΤΡΟΣ ΙΠΠΟΜΕΔΩΝ ΑΡΙΣΤΕΑΣ ΦΙΛΕΑΣ ΓΟΡΓΟΣ ΔΙΟΓΕΝΗΣ
ΦΙΛΟΚΡΑΤΗΣ ΟΝΕΣΙΜΟΣ».
Τώρα δεν φαίνεται πια η επιγραφή.
Η υγρασία και το πέρασμα του χρόνου την εξαφάνισε. Όποιος όμως
κατεβεί, θα δει πολλά ονόματα δικών μας και ξένων, γραμμένα στους
σταλακτίτες και τους γύρω βράχους, με διάφορες χρονολογίες, παλιές
και καινούριες.
Οι παλαιότερες που ξεχωρίζουν σήμερα είναι του 1673, με τα ονόματα
Μαρκήσιος Ντε Νουαντέλ, Επίσκοπος Ντε Γκαμπριέ και άλλες. Στο βάθος
είναι γραμμένο το όνομα του Όθωνα Βασιλιά της Ελλάδας με ημερομηνία
27 Σεπτεμβρίου 1840.
Παλαιότερα το κατέβασμα ήταν επικίνδυνο κάπως και χρειαζόταν αρκετό
θάρρος και ψυχραιμία, για να το αποφασίσει κανείς, διότι κατέβαιναν
δεμένοι με σχοινιά και για να φωτίσουν το Σπηλαίο άναβαν φωτιά με
ξυλά. Ο Γάλλος ιστορικός Γκομπινώ που είχε χρηματίσει πρεσβευτής της
Γαλλίας στην Αθήνα κατά το 1865 και επισκέφθηκε το σπήλαιο της
Αντιπάρου με την Αγγλική πολεμική κορβέτα «Αυγή», περιγράφει ως εξής
το κατέβασμα.
«...Τα σχοινιά ετοιμάστηκαν, οι δάδες άναψαν και οι ναύτες της
κορβέτας οι επιτηδειότεροι άνθρωποι του κόσμου για τέτοιου είδους
τολμήματα, άρχισαν να ετοιμάζουν το κατέβασμα, με τη σοφή καθοδήγηση
ενός αξιωματικού που γνώριζε το μέρος εκείνο. Μπορεί κανείς στην
ανάγκη να καταλάβει τους γεωλόγους ή τους φυσικούς, οι όποιοι εφ'
όσον είναι επιστήμονες, ενδιαφέρονται για τέτοια πράγματα και
μπορούν να ανακαλύψουν φως μέσα σε σκοτεινές τρύπες, θεωρούν σκόπιμο
να κατεβαίνουν σε τέτοια άγρια μέρη, αλλ' οι άλλοι θνητοί, δεν έχουν
κανένα λόγο να κάνουν αυτές τις κουτουράδες. Οι σοφοί φαντάζονται
ότι θα βρουν εκεί μέσα, έναν οποιοδήποτε θησαυρό. Αν σπάσουν το
κεφάλι τους ή ένα άλλο μέλος του σώματος τους, δεν θα τους θεωρήσει
επιτέλους κανείς φοβερά γελοίους. Δεν μπορεί όμως να πει ένας το
ίδιο και για τους αμαθείς. Για να κατεβεί κανείς στο Σπήλαιο της
Αντιπάρου είναι υποχρεωμένος να γλιστρήσει σαν αλεπού, μέσα σε ένα
από τους διαδρόμους που ανοίγονται στο βάθος δεξιά και αριστερά,
στην μεγάλη είσοδο. Μπαίνετε τότε μέσα σε πυκνά σκοτάδια σκυμμένοι
στα δύο, για να μην σπάσετε το κεφάλι επάνω στον βράχο πού κρέμεται
σέρνεστε με κόπο και σε στάση γελοία επάνω στην γλιστερή και υγρή
πέτρα όπου αρπάζετε την άκρη του σχοινιού.»
Αν ζούσε ο Γκομπινώ σήμερα θα έβλεπε ότι δεν υπάρχει
καμιά δυσκολία στο κατέβασμα.
Τώρα υπάρχουν 409 σκαλιά τσιμεντένια με σιδερένιους χειραγωγούς, πού
κατεβάζουν τον επισκέπτη σε βάθος 100 περίπου μέτρων. Το Σπήλαιο
φωτίζεται με προβολείς και μπορεί να κατεβεί κανείς με όλη του την
άνεση για να θαυμάσει το φαντασμαγορικό θέαμα πού απλώνεται μπροστά
του.
Το Σπήλαιο αποτελείται από δυο πατώματα το πρώτο είναι μια μεγάλη
αίθουσα, σχεδόν στρογγυλή και από ένα στενό πέρασμα, κατεβαίνει
κανείς πάλι με σκαλιά στο δεύτερο πάτωμα που είναι μια άλλη αίθουσα
μήκους 40, πλάτους 35 και ύψους 25 μέτρων.
Εκεί υπάρχουν και οι ωραιότεροι σταλακτίτες.
Σ' αυτή την αίθουσα και σε κάποιο κουβούκλιο που φιλοτέχνησαν οι
σταγόνες του νερού και λέγεται «Αγία Τράπεζα» έκαμε
λειτουργία στις 25 Δεκεμβρίου 1673, ημέρα των Χριστουγέννων, ο
μαρκήσιος Ντε Νουαντέλ (πρέσβης του Λουδοβίκου 14ου στην
Κωνσταντινούπολη).
Είχαν πάει, κατά τον Τουρνεφόρτ, τότε και άλλοι πολλοί, πεντακόσιοι
περίπου, και είχαν φωτίσει το Σπήλαιο τρεις ήμερες και τρεις νύχτες,
με 100 λαμπάδες και 400 λυχνίες. Άφησαν μια επιγραφή στα Λατινικά,
επάνω σ' ένα σταλακτίτη, που εξυμνεί τη λευκότητα και τη διαφάνεια
των σταλακτιτών και την ωραιότητα του σπηλαίου. Δυστυχώς τώρα δεν
είναι τόσο λευκοί οι σταλακτίτες, διότι ο καπνός από τις φωτιές που
άναβαν τους μαύρισε κάπως. Ίσως δε να έχασε και την ωραιότητα της
εποχής εκείνης, διότι Ρώσοι αξιωματικοί κατά τα έτη 1770-1774 (την
εποχή αυτή οι Ρώσοι είχαν κατοχή στην Αντίπαρο) έκοψαν πολλούς
σταλακτίτες και τους μετέφεραν στο μουσείο της Πετρουπόλεως. Επίσης
πολλούς σταλακτίτες κατέστρεψαν και οι Ιταλοί, κατά την Ιταλική
κατοχή 1941-1943, οι οποίοι τους έσπαζαν πυροβολώντας με τα
περίστροφα τους.
Πάντως με όλ' αυτό, το θέαμα εξακολουθεί να είναι έξοχο!
 |
Φωτογραφίες του
σπηλαίου |
 |

Στην τρέχουσα σχολική χρονιά 2005-2006 το
Δημοτικό Σχολείο θα ασχοληθεί με το σπήλαιο στα πλαίσια περιβαλλοντικού
προγράμματος.
|