Με διπλό κλικ οπουδήποτε
στην σελίδα επιστρέφεται στην αρχή
 |
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ
ΣΗΜΕΙΩΜΑ |
 |
Στα πλαίσια του προγράμματος
Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης αποφασίσαμε να ασχοληθούμε με το χταπόδι. Η
Περιβαλλοντική Εκπαίδευση είναι μια καινοτομία η οποία προωθείται τα
τελευταία χρόνια μέσα στα πλαίσια των σχολικών δραστηριοτήτων
(εθελοντικά τώρα). Ελπίζουμε να υπάρξει η πρόβλεψη για νέα αναλυτικά
προγράμματα - για περισσότερες δυνατότητες έρευνας.
Μέσα σ’ αυτή την προσπάθεια επιχειρείται η συνειδητοποίηση της σχέσης
μεταξύ φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος για να υπάρξει βιώσιμη
ανάπτυξη που μέσα από την αρμονική συνύπαρξη των δύο θα διασφαλίζονται
και τα δικαιώματα των μελλοντικών γενεών.
Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση ανοίγει το σχολείο στην τοπική κοινωνία και
στους φορείς, προωθώντας αμφίδρομη επικοινωνία για όλους....
Γιατί διαλέξαμε το θέμα «χταπόδι»;
Η εργασία της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης θελήσαμε εκτός από χρήσιμη
(διότι σίγουρα θα πλούτιζε τις γνώσεις των μαθητών) να είναι ευχάριστη
(υπάρχει μακρά παράδοση ψαρέματος χταποδιού στο νησί μας, την Αντίπαρο)
και τέλος να υπάρχει άφθονη ροή βιωματικής πληροφόρησης.
Στις γραμμές του περιοδικού μας προσπαθούμε να διερευνήσουμε τη ζωή
αυτού του θαυμαστού ζώου που ενέπνευσε με τη μορφή του συγγραφείς (Β.
Ουγκώ. Ι. Βερν) και ζωγράφους. Άραγε πόση σχέση έχει με την
πραγματικότητα η αναφορά τους σε μυθικά τέρατα να καταπίνουν καράβια και
ανθρώπους; Άραγε τι είναι το χταπόδι; ένα κουτό ανόητο πλάσμα που εύκολα
το ξεγελάμε; Ο τρόπος όμως, που φτιάχνει το σπίτι του ή που προστατεύει
τα αυγά του ή που συλλαμβάνει το θύμα του, δείχνει έναν αξιόλογο δείκτη
νοημοσύνης.
Αλλά ας αφήσουμε να το ανακαλύψετε στις γραμμές που ακολουθούν...
 |
Ζωολογία |
 |
Γένος μαλακίων της κλάσης των κεφαλόποδων,
της τάξης των διβράγχιων, της υπόταξης των δεκάποδων. Το γένος
περιλαμβάνει πολλά είδη που υπάρχουν στη Μεσόγειο θάλασσα και τον
Ατλαντικό ωκεανό
Το χταπόδι έχει οκτώ πλοκάμια που περιβάλλουν το στόμα του και το
βοηθούν να συλλαμβάνει τη λεία του και να μετακινείται. Η όραση του
είναι πολύ αναπτυγμένη και τα σαγόνια του πολύ ισχυρά για να συνθλίβουν
τα μικρά θαλάσσια ζώα με τα οποία τρέφεται. Προχωρά εκτοξεύοντας νερό ή
μελάνι από έναν αγωγό που υπάρχει στην κοιλιά του. Κάνει τη φωλιά του σε
βράχους, όπου το θηλυκό γεννά αβγά ενωμένα με μία ζελατινώδη ουσία.
Ψαρεύεται συστηματικά για το πολύ νόστιμο κρέας του.
 |
Γιατί το Κεφάλι του Χταποδιού είναι
τόσο Μεγάλο; |
 |

Το χταπόδι φαίνεται να έχει ένα τεράστιο κεφάλι. Αλλά,
στην πραγματικότητα, αυτό είναι το σώμα του. Μέσα υπάρχουν το στομάχι, η
καρδιά κι άλλα όργανα. Το χταπόδι έχει ένα μικροσκοπικό κεφάλι
τοποθετημένο μέσα στο σώμα του . Μπορείτε να δείτε πού βρίσκεται στην
παραπάνω εικόνα.
Από τα οχτώ πλοκάμια του χταποδιού τα δύο είναι γνωστά ως ραχιαία και
βρίσκονται στον άξονα των ματιών περίπου. Αυτά είναι εξερευνητικά και
ικανά να αρπάζουν. Τα υπόλοιπα δύο είναι τα κοιλιακά και
χρησιμοποιούνται περισσότερο για αγκίστρωση. Μία από τις κύριες
δραστηριότητες του χταποδιού είναι να διατηρεί ένα σημείο επαφής με ένα
βράχο, με πολύ δύναμη. Έτσι βρίσκεται σε πολύ ισχυρή θέση, ενώ στα
ανοιχτά νερά είναι ευάλωτο. Όλα τα πλοκάμια του χταποδιού μπορούν να
επιμηκύνονται. Πειράματα έδειξαν ότι ένα χταπόδι μέσου μεγέθους που
ζυγίζει δύο με τρία κιλά μπορεί να μακραίνει τα πλοκάμια του κατά 10-12
εκατοστά.
 |
Το σπίτι του - Μετανάστευση |
 |
Το πρόβλημα της
κατοικίας έχει πρωταρχική σπουδαιότητα για το χταπόδι. Η ζωή του εξαρτάται
από την ικανότητά του να βρίσκει ένα καταφύγιο. Δεν έχει καμιά άλλη άμυνα
ενάντια στους θανάσιμους εχθρούς τους, τα χέλια και τους ροφούς. Τα
κομμάτια από αγγεία είναι ιδανικό σπίτι και τα χταπόδια πολύ συχνά
παλεύουν μέχρι θανάτου για να τα αποκτήσουν. Παλεύει για να υπερασπίσει το
καταφύγιό του, τη φωλιά
του, όπου αισθάνεται προστατευμένο και όχι την περιοχή στην οποία κυνηγά ή
ζευγαρώνει. Συχνά τα βλέπουμε να περιπλανιούνται ψάχνοντας για μια σπηλιά,
μια τρύπα ή οποιοδήποτε άνοιγμα μέσα στο οποία θα μπορούν να μπουν και το
οποίο θα μπορούν να προστατεύουν χτίζοντας ένα τοίχο.
Καταβάλλουν επίσης προσπάθεια να τα κρατούν καθαρά και να τα κάνουν
άνετα. Στο εσωτερικό, ισοπεδώνουν την άμμο με εκτινάξεις νερού από το
σίφωνά τους και προσέχουν να απομακρύνουν τα υπολείμματα των γευμάτων
τους. Μόλις τελειώσουν το φαγητό τους, οτιδήποτε όστρακο ή άλλα
υπολείμματα σπρώχνονται προς τα έξω.
Δεν εγκαθίσταται σε μια ορισμένη τρύπα για να μείνει εκεί για πάντα.
Μπορεί να μείνει μια μέρα ή δύο και μετά να βγει να ψάξει για τροφή δίχως
να ξαναγυρίσει στην ίδια φωλιά. Αν βρει ένα άλλο άδειο σπίτι μπορεί να το
χρησιμοποιήσει για ένα διάστημα. Είναι σπάνιο για ένα χταπόδι να μείνει
στο ίδιο σπίτι για μια βδομάδα.
Βρίσκει κανείς χταπόδια από βάθος ένα ως είκοσι μέτρα, σε φύκια, σε
βράχια, σε τενεκεδένια κουτιά, σε αμφορείς, σε τρύπες. Προτιμούν τα ήρεμα
νερά όμως, και, εφόσον συνήθως ζουν σε ρηχά νερά είναι ευαίσθητα στη
φουσκοθαλασσιά που ανακατεύει τις πέτρες των σπιτιών τους και σηκώνει
λάσπη και άμμο που περνάει κάτω από τους μανδύες τους και τα ενοχλεί. Το
χειμώνα ή όταν πλησιάζει κακός καιρός κατεβαίνουν σε βαθύτερα νερά για να
αποφύγουν την ενόχληση.
Αντίθετα με τη γνώμη των πολλών, δε
φαίνεται ότι τα πλοκάμια του χταποδιού είναι όλα ταυτόσημα ή ότι το
καθένα τους μπορεί να κάνει οτιδήποτε κάνουν τα άλλα. Τα δυο πλοκάμια
που είναι γνωστά σαν ραχιαία, στον άξονα των ματιών είναι εξερευνητικά
και ικανά να αρπάζουν.
Όλα τα πλοκάμια μπορούν να μακραίνουν πάρα πολύ. Τη στιγμή που τα
πλοκάμια τεντώνονται η διάμετρός τους λιγοστεύει και γίνονται πολύ
λεπτά, ιδιαίτερα στα άκρα τους.
Το χταπόδι εργάζεται επίσης και με τα δύο επόμενα πλοκάμια του με τα
οποία μαζεύει πέτρες και αρπάζει καβούρια. Μπορεί να πετυχαίνει έναν
καταπληκτικό συντονισμό κινήσεων. Για παράδειγμα, ένα πλοκάμι αρπάζει
ένα καβούρι, ενώ ένα άλλο αντικρούει ένα αντικείμενο που το χταπόδι
θεωρεί επικίνδυνο.
Το κοιλιακά πλοκάμια χρησιμοποιούνται για αγκύρωση, μια από τις κύριες
δραστηριότητές του είναι να διατηρεί ένα σημείο επαφής με το βράχο ή την
τρύπα του. Από την επαφή αυτή το χταπόδι αντλεί δύναμη και
αυτοπεποίθηση. Ξέρει ότι στα ανοιχτά νερά είναι ευάλωτο και ότι
βρίσκεται σε πολύ πιο ισχυρή θέση όσο διατηρεί μια αγκύρωση σε ένα
σταθερό σημείο. Με τις βεντούζες μπορεί να τραβήξει ένα αντικείμενο
είκοσι φορές το βάρος του. Ανάλογα με το είδος του έχει μία ή δύο σειρές
από βεντούζες σε κάθε πλοκάμι.
Η δίαιτα που προτιμά το χταπόδι είναι το
καβούρι, γιατί οι γαρίδες είναι κάπως πολύ γρήγορες για τα χταπόδια.
Παρατηρεί το καβούρι. Κατόπιν, ξαφνικά, φαίνεται να φτάνει σε μια
απόφαση. Απλώνει ένα πλοκάμι, αρπάζει το καβούρι και το τραβά στη φωλιά
του.
Αλλά συμβαίνει επίσης το χταπόδι να φάει το καβούρι έξω από τη φωλιά του
αν δε φοβάται. Μερικές φορές το χταπόδι γλιστρά απαλά πάνω από το βυθό
ώσπου να βρεθεί 10-15 εκατοστά μακριά από το καβούρι και κατόπιν ξαφνικά
το σκεπάζει με τη μεμβράνη που συνδέει τα πλοκάμια του και το πηγαίνει
στη φωλιά του.
Ένα χταπόδι στη φωλιά του χρησιμοποιεί κάθε είδους χειρονομίες για να
προσελκύσει τη λεία του. Κουλουριάζεται μπροστά από τη φωλιά του και
συστρέφει τα πλοκάμια του με κάθε πιθανό τρόπο. Φαίνεται πιθανό, ότι οι
κινήσεις αυτές προσελκύουν τα οστρακόδερμα. Και το χταπόδι έλκεται και
αυτό από ένα αντικείμενο που κυματίζει ή από αντικείμενα που λάμπουν.
Αλλά πλησιάζει πάντοτε με μεγάλη προφύλαξη και πάντοτε ψηλαφεί το
αντικείμενο πρώτα με την άκρη ενός πλοκαμιού του. Μόλις το οστρακόδερμο
βρεθεί κάτω από τη μεμβράνη του χταποδιού δέχεται ένα πιτσίλισμα
δηλητηρίου από τους σιελογόνους αδένες του χταποδιού. Το οστρακόδερμα
παραλύει σχεδόν αμέσως. Κατόπιν το χταπόδι περιμένει ως είκοσι λεπτά
μέχρι να αρχίσει να τρώει. Ίσως το χταπόδι να μην έχει ανοσία απέναντι
στο δικό του δηλητήριο. Κατόπι χρησιμοποιεί το στόμα του για να ανοίξει
το οστρακόδερμα και τρώει πρώτα τα μαλακά μέρη. Οι άκρες από τα πλοκάμια
του διεισδύουν στις μικρότερες αρθρώσεις των ποδιών του αστακού και όλη
η σάρκα μεταφέρεται από βεντούζα σε βεντούζα ως το στόμα του χταποδιού.
Είναι πιθανόν ότι το χταπόδι χρησιμοποιεί ένα υγρό ικανό να μαλακώνει τη
σάρκα. Το χταπόδι τρώει ένα καβούρι και αδειάζει ένα κοχύλι μέσα σε μισή
ώρα. Ένας αστακός χρειάζεται μέχρι ένα ολόκληρο απόγευμα.
Τα άκρα από τα πλοκάμια του χταποδιού είναι πολύ λεπτά και ευαίσθητα.
Μπορούν να διεισδύουν σε οποιοδήποτε σχεδόν άνοιγμα. Το στόμα του
χταποδιού περιλαμβάνει δύο ραμφοειδή σαγόνια που το κάτω καλύπτει το
πάνω. Αυτό το παπαγαλίσιο ράμφος κρύβεται κάτω από δύο χείλη. Και
αποτελείται από διαδοχικές σειρές πέντε δοντιών και τη γλώσσα. Μερικά
εχινόδερμα (αστερίες, αχινοί, θαλάσσια αγγούρια) δε φαίνεται να
φοβούνται το δηλητήριο του χταποδιού.
Οι ψαράδες συχνά παραπονιούνται ότι τα
χταπόδια ληστεύουν τα δίχτυα τους και κλέβουν τα καλύτερα ψάρια τους και
ότι τρώνε επίσης τους αστακούς που πιάνονται στις αστακοπαγίδες τους.
|
Η μοναχικότητα του χταποδιού |
|
Είναι φανερό ότι τα χταπόδια δεν είναι
κοινωνικά ζώα. Το καθένα τους ζει χωριστά, εκτός από την περίοδο του
ζευγαρώματος. Προτιμούν να ζουν μόνα. Μόλις ένα χταπόδι πλησιάζει στη
φωλιά ενός άλλου, είτε γίνεται μάχη, είτε ο κάτοικος απλώνει ένα πλοκάμι
και ο εισβολέας καταλαβαίνει και φεύγει. Ζουν σε απόσταση είκοσι με
τριάντα μέτρα ανάμεσά τους.
Τα χταπόδια κυνηγούν ουσιαστικά χωρίς να φεύγουν από τις κατοικίες τους,
εκτός από τη νύχτα – και ιδιαίτερα το χάραμα και το σούρουπο.
Το σημαντικό για ένα χταπόδι είναι να έχει καταφύγιο. Αν δεν βρίσκεται
κοντά σε καταφύγιο, το χταπόδι τρομάζει και ψάχνει συνεχώς για μια θέση
να κρυφτεί. Αλλά μόλις βρει τρύπα αισθάνεται σίγουρο.
Κατά την εποχή του ζευγαρώματος, το
αρσενικό με στόχο τον εντυπωσιασμό του θηλυκού, δίνει φαντασμαγορική
παράσταση. Στη συνέχεια, με ένα από τα πλοκάμια του, που έχει μεγαλώσει
αισθητά παίρνει μέσα από το σώμα του τις σπερματοφόρες κύστες και τις
τοποθετεί στο μανδύα του θηλυκού.
Το θηλυκό γεννά τα αυγά του ύστερα από ένα χρονικό διάστημα που μπορεί
να είναι μόνο τρεις εβδομάδες ή και δύο μήνες μετά τη γονιμοποίηση. Τότε
το θηλυκό κολλά τσαμπιά με τα σχεδόν διαφανή αυγά του στην οροφή ενός
κοιλώματος βράχου και παραμένει μέχρι την επώασή τους, φυλάγοντάς τα και
κουνώντας τα πλοκάμια του, ώστε να κυκλοφορεί το νερό ανάμεσά τους. Το
θηλυκό γονιμοποιείται μια φορά στη ζωή του. Το αρσενικό όμως μπορεί να
ζευγαρώσει και με άλλα θηλυκά, αν έχει την ευκαιρία. Ολόκληρη η ζωή του
θηλυκού μετά τη γέννηση των αυγών περιστρέφεται γύρω από αυτά. Τα
προστατεύει από αρπακτικά ψάρια, τα καθαρίζει τρίβοντάς τα με τα
πλοκάμια του και τα αερίζει τινάσσοντας βολές νερού από το σίφωνά του.
Οχυρώνει περισσότερο το σπίτι του σωριάζοντας πέτρες μπροστά στην πόρτα.
Παίρνει μια χαρακτηριστική αμυντική στάση, σε μορφή τουλίπας, με τα
πλοκάμια του διπλωμένα προς τα πάνω.
Μερικά θηλυκά παραμένουν στις τρύπες τους μετά την εκκόλαψη των αυγών
τους. Τα περισσότερα πεθαίνουν από εξάντληση γιατί η μόνη φροντίδα τους
είναι να προστατέψουν τα αυγά τους.
Υπάρχουν περίπου πενήντα αρμαθιές αυγών που κρέμονται από την οροφή της
τρύπας και κάθε αρμαθιά περιέχει μέχρι τέσσερις χιλιάδες έμβρυα. Δεν
εκκολάπτονται όλα τα αυγά ταυτόχρονα, γιατί δεν γεννιούνται όλα
ταυτόχρονα.
Τα νεογέννητα χταπόδια όταν φεύγουν από τη φωλιά της μητέρας τους
αρχίζουν ένα επικίνδυνο ταξίδι. Πολύ λίγα θα επιβιώσουν. Τα ψάρια που
είναι μαζεμένα γύρω από την είσοδο της τρύπας, παίρνουν ένα μεγάλο
μερίδιο. Από τα διακόσιες χιλιάδες χταπόδια που βγαίνουν από τη φωλιά
της μητέρας τους θα επιβιώσουν δυο η τρία.
Τα μάτια των κεφαλόποδων είναι σχεδόν ίδια
με των ανθρώπων. Έχουν βλέφαρα, ίριδες, κρυσταλλικούς φακούς και
αμφιβληστροειδείς
χιτώνες. Έχει κανείς την αίσθηση της διαύγ ειας ενός βλέμματος πολύ πιο
εκφραστικού από το βλέμμα κάθε άλλου ψαριού ή κάθε άλλου θαλασσινού
θηλαστικού.
Όταν ένα χταπόδι είναι ήρεμο ή αναπαύεται τα μάτια του είναι ακίνητα.
Μόλις όμως φανεί κάποια λεία ή κάποιος εχθρός τα μάτια του χταποδιού
σηκώνονται σαν περισκόπιο. Είναι ευκίνητα και μπορούν να στραφούν για να
κοιτάξουν σε διαφορετικές κατευθύνσεις. Η έντονη όραση του χταποδιού
είναι ένα πρακτικό όπλο μεγάλης αξίας, γιατί δίνει στο ζώο τη δυνατότητα
να παρακολουθεί τον έξω κόσμο από την ασφάλεια της φωλιά του.
Ασφαλώς το χταπόδι μπορεί να εξετάζει αντικείμενα και τον κόσμο γύρω του
και με τα πλοκάμια του. Αλλά το χταπόδι παρατηρεί με το βλέμμα του και
χρησιμοποιεί κυρίως το κοίταγμα για να φτάσει στις αποφάσεις του.
Το χταπόδι είναι ο χαμαιλέων της θάλασσας
ή μάλλον ο Πρωτέας της θάλασσας. Οι ξαφνικές αλλαγές χρώματος και
σχήματος με τις οποίες προσπαθούν να ξεγελάσουν τους εχθρούς τους
ονομάζονται «πρωτεϊκές εκδηλώσεις» : μεταμφιέσεις, χειρονομίες, μιμική,
πόζες και στάσεις. Επειδή δεν έχουν όστρακο βρίσκουν την ασφάλειά τους
μόνο στη φυγή ή στις μεταμφιέσεις.
Το μυϊκό σύστημα του χταποδιού του δίνει μεγάλη ευκαμψία και του
επιτρέπει μια πλατιά επιλογή θέσεων και στάσεων. Οι ισχυροί αυτοί μυς
μπορούν όχι μόνο να κάνουν τα πλοκάμια να παίρνουν μια οποιαδήποτε θέση
ή να τα μαζεύουν όλα μαζί και να παίρνουν την ακαμψία μια προστατευτικής πανοπλίας.
Οι βεντούζες, επίσης μπορούν να λειτουργούν ανεξάρτητα.
Υπάρχει επίσης ένας άλλος αμυντικός μηχανισμός που μπορεί να ονομαστεί
«έκθεση χρωμάτων». Αποτελείται από κυματισμούς σκοτεινού χρωματισμού
που, αρχίζοντας από το κεφάλι του χταποδιού, περνούν σε όλο το σώμα του
και όταν το ζώο στέκεται όρθιο φτάνουν ως τη βάση των πλοκαμιών του.
Όταν δε φοβάται παίρνει τη σταχτερή απόχρωση που είναι το συνηθισμένο
του χρώμα. Επίσης παίρνει τα διάφορα χρώματα των πραγμάτων πάνω στο
βράχο–φύκια, στερεά υλικά–που μπορούν να ποικίλουν από μαυροπράσινα
μέχρι σκούρο κόκκινο. Μόλις το χταπόδι ακουμπήσει στην άμμο παίρνει
χρώμα πολύ πιο ανοιχτό, σχεδόν άσπρο. Παίρνουν το χρώμα του αντικειμένου
που ακουμπούν. Ακόμη, το ζώο που κρύβεται παραμένει απόλυτα ακίνητο για
να μην προδώσει την παρουσία του. Τα μικρά χταπόδια αλλάζουν χρώμα πιο
γρήγορα και πιο ζωηρά από τα μεγάλα χταπόδια.
Δεν είναι ανάγκη για το χταπόδι να μπορεί να δει πραγματικά τα χρώματα
του περιβάλλοντός του για να μπορέσει να τα αναπαράγει. Ένα τυφλό
χταπόδι δε δυσκολεύεται να πάρει τα χρώματα του βυθούν όταν τα ακουμπά.
Το σώμα ενός χταποδιού, που μόλις πέθανε, μπορεί για κάμποσο χρόνο να
αλλάζει χρώματα ανάλογα με το περιβάλλον του.
Τα εκτελεστικά όργανα αυτών των χρωματικών αλλαγών είναι οι
χρωματοφόροι, τα χρωμοκύτταρα.
|
Τρόποι ψαρέματος του
χταποδιού |
|
Οι εξαιρετικές ικανότητες των μεσογειακών
χταποδιών δεν στάθηκαν πάντα ικανές να τα σώσουν ,γιατί οι μεσογειακοί
ψαράδες έχουν μερικά τεχνάσματα δικά τους. Για να πιάσουν χταπόδια
χρησιμοποιούν μια μέθοδο που φτάνει ως την εποχή των αρχαίων Ελλήνων και
Ρωμαίων-που με τη σειρά τους την δανείστηκαν από τους Αιγυπτίους.
Αφήνουν μέσα στο νερό κάμποσα κανάτια ,περίπο υ
δέκα, στερεωμένα σε ένα πλαίσιο. Το πλαίσιο βυθίζεται στον πάτο. Τα
χταπόδια, με τη προτίμηση που έχουν στα κανάτια και στα δοχεία,γρήγορα
καταφεύγουν σε αυτά. Μερικές φορές συμβαίνει, όταν οι ψαράδες τραβούν το
πλαίσιο στην επιφάνεια, να βρίσκουν από ένα χταπόδι σε κάθε κανάτι. Οι
ψαράδες βγάζουν τα χταπόδια ένα-ένα και τα σκοτώνουν γρήγορα δαγκώνοντάς
τα στη βάση των ματιών τους.
Άλλος τρόπος είναι με καμάκι ή γάντζο. Οι ψαράδες χρησιμοποιούν γυαλί ή
στάζουν μια-δυο σταγόνες ελαιόλαδο για να αποκτήσουν διαυγή όραση ως τον
πάτο. Μόλις εντοπιστεί το θαλάμι, ο ψαράς πλησιάζει την άκρη ενός
κονταριού με το δόλωμα. Πρόκειται για κάτι αστραφτερό. Το χταπόδι ορμάει
και αρπάζει το δόλωμα. Αφού κολλήσει καλά, ο ψαράς ,με το καμάκι (ή το
γάντζο) καρφώνει το απασχολημένο χταπόδι και το φέρνει στην επιφάνεια.
Υπάρχει και η πρακαρόλα. Είναι ένα είδος συρτής βυθού που μας επιτρέπει
να ψαρεύουμε το χταπόδι σε όποιο βάθος και να βρίσκεται. Η αρματωσιά
μπορεί να είναι χοντρή πετονιά ή σπάγγος. Δένουμε αστραφτερά λαμαρινάκια
σε σχήμα ψαριού και ό,τι άλλο μπορεί να τραβήξει τη προσοχή του
χταποδιού. Στο τέλος της αρματωσιάς χρησιμοποιούμε βαρίδι ή κομμάτι από
γυαλιστερή αλυσίδα Δεν χρησιμοποιούμε αγκίστρια για να μη σκαλώσει η
πρακαρόλα στο βυθό. Το χταπόδι σφίγγει τόσο σφιχτά τα δολώματα που δεν
τα αποχωρίζεται παρά μόνο όταν φτάσει να ξενερίσει. Εκεί το τσακώνουμε
με το χέρι ή την απόχη.
Οι Έλληνες αγαπούν τόσο πολύ αυτές τις λιχουδιές ώστε τα εισάγουν και
ξερά.
Στην
ακτή της Βορείου Αφρικής, και ιδιαίτερα στα νησιά Γκάμπ και Κερκένα όπου
τα χταπόδια είναι άφθονα το χειμώνα, οι ψαράδες βυθίζουν κλαδιά φοίνικα
σκεπασμένα με φύκια. Τα χταπόδια προσκολλούνται σ' αυτά τα κλαδιά και
έτσι μεταφέρονται στην επιφάνεια.
Το χταπόδι είναι ένα φυσικά περίεργο ζώο και, όπως είδαμε μόνοι μας,
προσελκύεται από οτιδήποτε κινείται. Πολλές μέθοδοι ψαρέματος χταποδιού
βασίζονται ο' αυτό το χαρακτηριστικό του. Μια τέτοια μέθοδος είναι η
χρήση της «αρπέτας», ένα μακρύ κομμάτι μπαμπού που καταλήγει σε ένα
αγκίστρι και ο ψαράς κατεβάζει το καλάμι στην είσοδο μιας τρύπας
χταποδιού και το κινεί γύρω-γύρω αργά.
Άλλα μέσα που χρησιμοποιούν την ίδια αρχή δεν βυθίζονται κατακόρυφα αλλά
πετιούνται μακριά μέσα στο νερό και κατόπιν τραβιούνται αργά προς τη
βάρκα. Ένα από αυτά είναι το καθρέφτης σουπιόν -σουπιόν είναι η λέξη της
Προβηγκίας πού σημαίνει «μικρή σουπιά», ένα άλλο είναι ή tauteniere που
είναι μια μικρή επιφάνεια στην οποία προσδένουν αγκίστρια, ένα βαρίδι
και ένα καβούρι. Οι κάτοικοι του νησιού Μαυρίκιος και της Πολυνησίας
αγαπούν πολύ τα χταπόδια. Τα πιάνουν σε μεγάλους αριθμούς και τα
ξεραίνουν πάνω σε ξύλα στην ακτή.
Αλλά οι μεγαλύτεροι λάτρεις του χταποδιού είναι οι Γιαπωνέζοι, που
εκτιμούν ιδιαίτερα τα μάτια των χταποδιών. Έχουν αναπτύξει μια μέθοδο
εκτροφής χταποδιών σε βυθισμένα κιβώτια, με διαστάσεις 2X2. Τα χταπόδια
ταΐζονται καλά και μεγαλώνουν γρήγορα. Ο δόκτορας Κατάλα έχει σημειώσει,
με βάση τις παρατηρήσεις του στο ενυδρείο της Νουμέας, στη Νέα
Καληδονία, ότι ένα μικρό χταπόδι, αιχμαλωτισμένο, όταν έχει μήκος 10
εκατοστά, φτάνει, μέσα σε 14 μήνες, μήκος 1,20 μέτρα.
Στις ακτές του Αννάμ, οι ιθαγενείς ψαρεύουν τη νύχτα, χρησιμοποιώντας το
φωτοβόλο όργανο ενός καλαμαριού - ένα φωτοφόρο - ο οποίος, ακόμα και
όταν αφαιρεθεί από το ζώο, εξακολουθεί να αναδίδει ένα έντονο πράσινο
φως. Ο Τομάζι αναφέρει ότι «ο ψαράς, με εκπληκτική δεξιοτεχνία, αφαιρεί
το φωτοβόλο όργανο χρησιμοποιώντας ένα μαχαίρι. Κατόπιν, το τρίβει με τα
δάχτυλα του, πράγμα πού φαίνεται να δυναμώνει το φως που εκπέμπει το
όργανο. Το όργανο τοποθετείται σε ένα μικρό σάκο καμωμένο από δέρμα
ψαριού και το άνοιγμα του σάκου κλείνεται στεγανά για να γίνεται
αδιάβροχο.
Ο ψαράς συνδέει το σάκο αυτό στην άκρη της πετονιάς του, δύο ή τρία
εκατοστά μακριά από το αγκίστρι. Το αγκίστρι κρύβεται μέσα σ' ένα
κομμάτι άσπρης σάρκας ψαριού και η σάρκα φωτίζεται από το φως που είναι
μέσα στο σάκο, πού διαρκεί περίπου 6 ώρες. Πολλά ψάρια πιάνονται έτσι,
αλλά κανένα δεν αγγίζει το φωτοβόλο όργανο, πού χρησιμοποιείται ξανά και
ξανά.
Αναφέρεται ότι, σε πολλές περιπτώσεις Κινέζοι, Γερμανοί και Γιαπωνέζοι
χρησιμοποίησαν τα χταπόδια για να κουβαλήσουν στην επιφάνεια αντικείμενα
που βρίσκονταν σε ναυαγισμένα πλοία. Το χταπόδι, με άλλα λόγια, έπαιξε
το ρόλο των ανθρώπων δυτών.
|
Το χτύπημα και το
παραγούλιασμα (σβούρισμα) |
|
Το χταπόδι φρέσκο δεν τρώγεται γιατί τι
κρέας του είναι σαν λάστιχο. Μαλακώνει μόνο αν χτυπηθεί στην πέτρα ή
στον τσιμεντένιο μόλο σαράντα φορές. Στη συνέχεια, πρέπει να
παραγουλιαστεί δηλαδή να τριφτεί ή να σβουριστεί, σιγά-σιγά και απαλά
στην πέτρα μέχρι να κατσαρώσουν οι άκρες των πλοκαμιών του. Στο σημείο
του σβουρίσματος εκκρίνονται σάλια τα οποία κατρακυλούν προς τη θάλασσα.
Αν δε βιαζόμαστε να φάμε τα χταπόδια που πιάσαμε, γλιτώνουμε το χτύπημα
και το σβούρισμα, βάζοντάς τα στην κατάψυξη. Εκεί, όσο περισσότερο
μείνουν, τόσο πιο μαλακά και τρυφερά θα γίνουν. Το χταπόδι είναι το μόνο
θαλασσινό που όσο περισσότερο καταψύχεται, τόσο νοστιμότερο γίνεται.
Άλλοι αντικαθιστούν τη χειρονακτική εργασία με το πλυντήριο. Εκεί
χτυπιούνται και παραγουλιάζονται χωρίς κόπο.
Βέβαια, οι έμπειροι Αντιπαριώτες ψαράδες δε συμφωνούν με τα παραπάνω,
αλλά επισημαίνούν ότι το χτύπημα και το σβούρισμα είναι απαραίτητες
εργασίες για να έχουμε ένα νόστιμο μεζέ.
Τα χταπόδια έχουν την πιο μικρή ικανότητα
από όλα τα ζώα να κρύβουν τις συγκινήσεις τους.
Όταν θέλει να τρομοκρατήσει ένα αντίπαλο παίρνει μια στάση που
ονομάζεται «δαιμονική επίδειξη». Ο σκοπός αυτής της επίδειξης είναι να
τρομοκρατήσει τον αντίπαλο. Δυο μεγάλα σκοτεινά μάτια λάμπουν, τα
βλέφαρα είναι διογκωμένα και σχηματίζουν μια παχιά μαύρη γραμμή. Το
σώμα, τα πλοκάμια και το κεφάλι επιπεδώνονται. Τα μάτια ατενίζουν
σταθερά προς τα μπρος. Αν το χταπόδι είναι έξω από τη φωλιά του,
εκτινάσσει ισχυρές βολές νερού προς τον αντίπαλό του, ενώ ισορροπεί στο
τέταρτο ζευγάρι πλοκαμιών του, έτσι που να κρατά την τρομακτική μάσκα
του στραμμένη προς τον εχθρό. Τα πλοκάμια καμπυλώνουν στο μέγιστο σημείο
της έκτασής τους, ο μανδύας παίρνει το σχήμα κουδουνιού. Το μεγαλύτερο
μέρος του σώματος είναι ωχρό, ενώ στα άκρα έχει σκούρο κόκκινο ή γκρίζο
χρώμα.
Υπάρχει και μία άλλη επίδειξη αρκετά έξυπνη, που χρησιμοποιεί το χταπόδι
για να κάνει το σώμα του αδιάκριτο ενσωματώνοντάς το ολοκληρωτικά στο
περιβάλλον. Το χταπόδι καλύπτεται με στίγματα, κηλίδες και ανορθωμένα
σπιθούρια. Το σώμα επιπεδώνεται ή συμπιέζεται ή τυλίγεται σε μία μπάλα.
Η μαύρη γραμμή του βλέφαρου μεγαλώνει. Άσπρα στίγματα εμφανίζονται στα
πλοκάμια. Εναλλασσόμενες λωρίδες σκοτεινές και φωτεινές παρουσιάζονται
στο σώμα και τα άκρα του μανδύα τυλίγονται σε ορισμένα σημεία με σκοπό
να δώσουν στο χταπόδι την όψη της ασυνέχειας.
Παρ’ όλα αυτά υπάρχει μια εμφάνιση του χταποδιού που θα ονομάζαμε
«κανονική». Στην κατάσταση αυτή το δέρμα του χταποδιού πιτσιλίζεται με
μαύρα λεπτά στίγματα. Το συνολικό χρώμα πηγαίνει από το κόκκινο στο
μελαχρινό μέχρι και το σταχτί.
|
Παραμύθι (Κ. Βασιλόπουλος,
Ε’ τάξη) |
|
Μια φορά και έναν καιρό ήταν φτωχός ψαράς
και ψάρευε για να βρει κάτι να ταΐσει την οικογένειά του. Σε μια στιγμή
βρήκε ένα μικρό χταποδάκι, που όμως ήταν χρυσό και του είπε το χταπόδι.
: «Άφησέ με σε παρακαλώ και θα πραγματοποιήσω όποια επιθυμία έχεις».
«Καλά», είπε ο ψαράς και το άφησε.
Όταν γύρισε στο σπίτι η γυναίκα του τον ρώτησε αν έπιασε κάτι. Αυτός της
απάντησε ότι δεν έπιασε τίποτε παρά μόνο ένα μικρό, χρυσό χταπόδι. Και
της ζήτησε να κάνει μία ευχή. Και έκαναν πολλές ευχές, πάρα πολλές
ευχές. Και όλες πραγματοποιήθηκαν.
Μα μια μέρα το χταπόδι πέθανε και οι ευχές εξαφανίστηκαν σε μια στιγμή.
Και έζησαν εκείνοι κακά και εμείς καλύτερα.
|
Παραμύθι (Κ. Καπούτσος, Ε’
τάξη) |
|
Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένας εγωιστής
αστακός που νόμισε ότι ήταν ο καλύτερος και τους νικάει όλους.
Μια φορά, εκεί που περπάταγε ,βλέπει ένα χταπόδι και του λέει να
παλέψουν. Αρματώθηκε λοιπόν ο αστακός και προχώραγε για το χταπόδι .Όσοι
τον έβλεπαν κρύβονταν, γιατί φοβούνταν. Όμως και το χταπόδι ήταν έτοιμο
για τη μάχη.
Ο αστακός έφτασε, μα μόλις είδε το χταπόδι, φοβερό και τρομερό,
ζαλίστηκε από το φόβο του και τον έπιασε η καρδιά του. Το χταπόδι,
γενναιότερο, νίκησε τον αυθάδη αστακό.
|
Μύθος για το κρασί και το
χταπόδι |
|
Σχετικά με το κρασί και το χταπόδι,
υπάρχει και ένας μύθος, που τονίζει πόσο δραστικό είναι το κρασί στη
σάρκα του χταποδιού. Λέει, ο μύθος, ότι η μαμά ενός χταποδιού που
πιάσανε οι άνθρωποι ανησύχησε για την τύχη του παιδιού της μόνο όταν στο
τσουκάλι που έβραζε έριξαν κρασί!
Πράγματι, μαγειρευτό είναι λίγο βαρύ και δυσκολοχώνευτο, γι’ αυτό οι
μάγειροι χρησιμοποιούν κρασί για να διαλύεται και να χωνεύεται.
Πραγματικότητα και όχι μύθος, είναι και η φύρα του όταν μαγειρεύεται.
Βάζεις ένα κιλό χταπόδι και τρως μισό! Λένε μάλιστα πως το χταπόδι
«πάντα βγάζει το μάγειρα κλέφτη».
Το ψάρεμα του χταποδιού αποτελούσε την
κύρια ενασχόληση των ψαράδων. Το μεγαλύτερο μέρος των αλιευμάτων ήταν
χταπόδια. Δεν περιορίζονταν γεωγραφικά στο μικρό αλιευτικό χώρο της
Αντιπάρου αλλά ταξίδευαν και στα γύρω νησιά: Σίφνο, Άνδρο, Νάξο,
Σέριφο, Σύρο κ.ά.. Τα ταξίδια πραγματοποιούνταν με μικρά βαρκάκια,
κινητήρια τους δύναμη ήταν τα κουπιά, ενώ το πανί αποτελούσε ακριβή
πολυτέλεια. Το ψάρεμα διαρκούσε
από
την αυγή μέχρι το σούρουπο. Τότε έβγαζαν έξω την «ψαριά» τους και
ξεκινούσε η επεξεργασία της: χτύπημα - σβούρισμα.
Την επόμενη μέρα αφήνανε το χταπόδι στον ήλιο, για μια βδομάδα ή ακόμη
και δέκα μέρες. Κατόπιν με μαεστρία μοναδική τα πλέκανε φτιάχνοντας
«μπάλες» (τα μπάλιαζαν). Η κάθε μπάλα ζύγιζε επτά ως δέκα οκάδες. Με
αυτή τη μορφή συσκευασίας τα πουλούσαν στον «μανάβη» (έμπορος), ο οποίος
τα προωθούσε στην αγορά της Αθήνας.
Ένα από τα παράγωγα του χταποδιού ήταν και η χρήση της μελάνης του για
το σχολείο (μόνο στις δύο μεγάλες τάξεις του δημοτικού). Τοποθετούσαν τη
μελάνη σε μελανοδοχείο, προσθέτανε λίγο νερό και...λίγη μέντα για να
αποφύγουν τη δυσάρεστη οσμή της που ανέδυε μετά από τρεις μέρες περίπου.
Άλλη χρήση της μελάνης ήταν και το βάψιμο των παπουτσιών.
Αυτό που κάνει μοναδικό στη γεύση, και στις μέρες μας, το χταπόδι που
αλιεύετε στο νησί μας, είναι η τέχνη της επεξεργασίας του αλλά και η
μοναδική υποθαλάσσια χλωρίδα και πανίδα που υπάρχει. Ας μην ξεχνάμε ότι
τα νερά είναι πεντακάθαρα, ο βυθός πετρώδης, ήπια θαλάσσια ρεύματα,
απαραίτητες προϋποθέσεις για την κάλλιστη βιωσιμότητα του χταποδιού.
Τα τελευταία χρόνια όμως παρατηρείται σημαντική μείωση της αλιευτικής
παραγωγής χταποδιού εξαιτίας της υπεραλιείας με σύγχρονα μέσα και της
αύξησης του αριθμού των ψαράδων (διπλασιασμός του αριθμού επαγγελματιών
και ερασιτεχνών). Σύμφωνα με εκτιμήσεις των ίδιων των ψαράδων, ο αριθμός
του χταποδιού έχει μειωθεί αισθητά φτάνοντας στο μισό σε σχέση με
παλαιότερα χρόνια (ετήσια αλιεία χταποδιού δεκαπέντε μέχρι είκοσι
τόνοι). Το δε μέγεθος του χταποδιού είναι σαφώς μικρότερο από ότι
παλαιότερα. Χταπόδια δώδεκα οκάδων είναι σχεδόν αδύνατο να βρεθούν στις
μέρες μας, ενώ το συνηθέστερο μέγεθος δεν ξεπερνά το ένα κιλό.
Οι ίδιοι ψαράδες πιστεύουν ότι κάτι πρέπει να γίνει για να μην φτάσει το
χταπόδι να αποτελεί «μουσειακό είδος»...Κάτι τέτοιο ελπίζουμε να μείνει
μόνο σαν μια δυσοίωνη απραγματοποίητη πρόβλεψη.
|
Συνταγές χταποδιού από τα
κορίτσια της Ε’ τάξης |
|
Χταπόδι Τηγανητό
Παίρνουμε δυο μέτρια χταπόδια, κόβουμε τα πλοκάμια, παίρνουμε το
τηγάνι, ρίχνουμε λάδι και το βάζουμε στο μάτι της κουζίνας να ζεσταθεί.
Αλευρώνουμε τα πλοκάμια και όταν κάψει το λάδι τα ρίχνουμε. Όταν
τηγανιστούν, τα βγάζουμε και τα τοποθετούμε σε μια πιατέλα όπου ρίχνουμε
επάνω ξίδι ή λεμόνι κατά προτίμηση.
Χταπόδι Βραστό
Το βραστό χταπόδι σερβίρεται συνήθως ως μεζέ. Πρέπει να είναι
φρέσκα, μικρά και καλοχτυπημένα. Αφού τα πλύνουμε, τα βάζουμε να βράσουν
με ελάχιστο νερό και λίγο χοντρό αλάτι. Και αφού μαλακώσουν τελείως με
το βράσιμο, τα βγάζουμε και τα αφήνουμε να κρυώσουν. Τα καθαρίζουμε,
βγάζοντας τις πέτσες για να είναι λευκά, τα κόβουμε σε φέτες και τα
σερβίρουμε με λάδι και λεμόνι.
Χταπόδι Πιλάφι
Πλένετε το χταπόδι και το βάζετε να βράσει με αρκετό νερό και λίγο
χοντρό αλάτι. Όταν βράσει (να μην παραβράσει), το αφήνετε να κρυώσει
λίγο και το κόβετε μικρά κομματάκια. Βάζετε σε μια κατσαρόλα το λάδι με
ψιλοκομμένο κρεμμύδι να «ξανθύνει», προσθέτετε ντομάτες (περασμένες από
τρυπητό) ή την πάστα (λιωμένη σε δύο φλιτζάνια ζωμό χταποδιού) και αφού
πάρει βράσει ρίχνετε το χταπόδι. Το αφήνετε να βράσει πέντε λεπτά και
κατόπιν προσθέτετε δύο φλιτζάνια ζουμί και το υπόλοιπο νερό (αναλογία
2,5 φλιτζάνια ζουμί, 1 φλιτζάνι ρύζι). Αφού πάρουν μερικές βράσεις
προσθέτετε το ρύζι πλυμένο μέσα σε τρυπητό κάτω από τη βρύση. Τα
ανακατεύετε στην αρχή με πιρούνι, ρίχνετε λίγο αλατοπίπερο και όταν
αρχίσει να βράζει, το σκεπάζετε και το αφήνετε να σιγοβράσει και να πιει
το ζουμί του. Το κατεβάζετε από τη φωτιά, σκεπάζετε την κατσαρόλα με
καθαρή πετσέτα, το αφήνετε να μείνει έτσι επί πέντε λεπτά και σερβίρετε.
Χταπόδι Κρασάτο
Αν το χταπόδι είναι ξερό, το βάζουμε από το βράδυ να μουσκέψει για
να μαλακώσει. Το κόβουμε σε μεγάλα τεμάχια και το βάζουμε στην κατσαρόλα
με λάδι και κρεμμύδι να καβουρντιστεί. Το σβήνουμε τότε λίγο λίγο με
κόκκινο κρασί (να σχηματίζεται ατμός), προσθέτουμε και τις ντομάτες
περασμένες από τρυπητό ή την πάστα λιωμένη σε ένα φλιτζάνι νερό, αλάτι,
πιπέρι, σκεπάζουμε την κατσαρόλα και αφήνουμε το φαγητό να σιγοβράσει
και να μείνει με ελάχιστη σάλτσα. Αν χρειαστεί προσθέτουμε κατά τη
διάρκεια του βρασίματος λίγο νερό ακόμα.
Χταπόδι Ψητό
Χρησιμοποιούμε μόνο τα πλοκάμια πολύ φρέσκου και τρυφερού χταποδιού,
το οποίο προηγουμένως το έχουμε χτυπήσει, καθαρίσει, πλύνει. Τα ψήνουμε
ολόκληρα στη χόβολη ή στη σχάρα πάνω από κάρβουνα χωρίς φλόγα,
«χωνεμένα», γυρίζοντάς τα να ψηθούν καλά από όλες τις μεριές. Τα
προσφέρουμε κομμένα σε μικρά κομμάτια, σκέτα ή γαρνιρισμένα με φέτες
λεμονιού.
Χταπόδι Ξιδάτο
Αφού χτυπήσουμε πολύ καλά το φρέσκο χταπόδι (ή αφού πρώτα το
μουσκέψουμε, αν είναι ξερό), το καθαρίζουμε, το πλένουμε και το βράζουμε
με λίγο νερό, ώσπου να μαλακώσει καλά. Τότε το βγάζουμε, το στραγγίζουμε
και το βάζουμε στο ξίδι προσθέτοντας και λίγο από το ζωμό του.
Προσφέρεται κομμένο σε μικρά κομμάτια.
Χταπόδι Πιλάφι με ντομάτες
Τσιγαρίζουμε μισό φλιτζάνι του τσαγιού κρεμμύδι ψιλοκομμένο. Όταν
«ξανθύνει», ρίχνουμε μέσα το χταπόδι και το γυρίζουμε συνεχώς ώσπου να
αχνιστεί καλά. Προσθέτουμε τότε τις ντομάτες – ξεφλουδισμένες και
ψιλοκομμένες – μαζί με τέσσερα, πέντε φλιτζάνια από το ζωμό του
βρασίματος του χταποδιού, περασμένο από τουλουπάνι. Μόλις πάρουν βράση,
αλατοπιπερώνουμε και αφήνουμε να βράσουν αρκετά. Είκοσι, είκοσι πέντε
λεπτά πριν τελειώσει το ψήσιμό του, ρίχνουμε μέσα και το ρύζι – πλυμένο
με πολλά νερά – και αφήνουμε να βράσουν μαζί, ώσπου να ψηθεί εντελώς το
ρύζι, να απορροφήσει όλα τα υγρά και να μείνει το φαγητό μόνο με τη
σάλτσα του. (Αν το χταπόδι δεν είναι φρέσκο το μουσκεύουμε όλη τη νύχτα
πριν το μαγειρέψουμε.)
Χταπόδι Πατάτες
Κόβουμε μικρά κομμάτια το χταπόδι. Το τσιγαρίζουμε μαζί με κρεμμύδι.
Ρίχνουμε ψιλοκομμένη ντομάτα, αλάτι, πιπέρι, ένα ποτήρι νερό και τα
βάζουμε να βράσουν για δεκαπέντε λεπτά. Ετοιμάζουμε τις πατάτες και τις
ρίχνουμε μέσα στο μισοβρασμένο χταπόδι. Βράζουμε για άλλη μισή ώρα.
Χταπόδι Μακαρόνι κοφτό
Κόψτε το χταπόδι σε κομμάτια μέτρια και πλύνετέ το καλά. Βάλτε
το
μόνο του στην κατσαρόλα να βράσει ώσπου να πιει το νερό του. Στη
συνέχεια, ρίξτε ψιλοκομμένο κρεμμύδι, λάδι και αφήστε το μέχρι να
μαραθεί το κρεμμύδι, γυρίζοντάς το με ξύλινη σπάτουλα. Προσθέστε το
κρασί και ύστερα τις ντομάτες ξεφλουδισμένες και λιωμένες. Ρίξτε αλάτι,
πιπέρι και το ανάλογο νερό για να βράσει. Μόλις μαλακώσει το χταπόδι
προσθέστε λίγο ακόμη νερό και ρίξτε τα μακαρόνια. Σερβίρετε αμέσως μόλις
βράσουν τα μακαρόνια και τραβήξουν το νερό τους.
Χταπόδι Στιφάδο
Κόψτε το χταπόδι σε κομμάτια, πλύνετε το και βάλτε το στην κατσαρόλα
χωρίς νερό. Μόλις πιει το νερό του, ρίξτε λίγο ξύδι. Προσθέστε λάδι και
ανακατέψτε το με το ξύλινο κουτάλι. Στη συνέχεια ρίξτε τα κρεμμύδια, τα
σκόρδα, το κρασί, λιωμένα ντοματάκια, πιπέρι και δάφνη. Προσθέστε το
αλάτι που χρειάζεται και αφήστε το να ψηθεί σε χαμηλή φωτιά για πενήντα
με εξήντα λεπτά.
|